ερρούσαλος

ερρούσαλος
ἐρρούσαλος και ἔρρουλος, ὁ (Μ)
αλήτης, περιπλανώμενος («ἐρρουσάλους Ῥωμαῑοι τοὺς ἀλήτας καὶ πλανωμένους ἐκάλουν
oἱ δὲ ἰδιῶται ἐρρούρους αὐτοὺς ἐξ ἀγνοίας λέγουσιν», Ιω. Λυδ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”